Τι είναι η βιταμίνη D και πώς δρα στον οργανισμό
Η βιταμίνη D είναι λιποδιαλυτή και λειτουργεί ως στεροειδής ορμόνη. Η ενεργή της μορφή, η 1,25-διυδροξυβιταμίνη D, δρα μέσω ειδικών υποδοχέων (VDR), οι οποίοι εντοπίζονται σε πολλούς ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του μαστικού αδένα.
Η παρουσία VDR στα κύτταρα του μαστού υποδηλώνει ότι η βιταμίνη D:
- Ρυθμίζει την κυτταρική διαφοροποίηση
- Αναστέλλει τον ανεξέλεγκτο κυτταρικό πολλαπλασιασμό
- Συμβάλλει στην απόπτωση (προγραμματισμένο κυτταρικό θάνατο)
- Επηρεάζει φλεγμονώδεις και ανοσολογικούς μηχανισμούς
Αυτοί οι μηχανισμοί αποτελούν τη βιολογική βάση της υπόθεσης ότι η επάρκεια βιταμίνης D μπορεί να σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο ή καλύτερη πρόγνωση.
Βιταμίνη D και καρκινογένεση του μαστού
Η καρκινογένεση είναι πολυσταδιακή διαδικασία. Πειραματικές μελέτες δείχνουν ότι η βιταμίνη D μπορεί να επηρεάζει:
- Την αναστολή αγγειογένεσης
- Τη μείωση της μεταστατικής ικανότητας
- Τον έλεγχο του κυτταρικού κύκλου
Σε εργαστηριακό επίπεδο, αυτά τα ευρήματα είναι ενθαρρυντικά. Ωστόσο, η μετάφρασή τους σε κλινικό όφελος απαιτεί μεγάλη προσοχή.
Τι δείχνουν οι επιδημιολογικές μελέτες
Πολλές παρατηρητικές μελέτες έχουν δείξει ότι γυναίκες με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D εμφανίζουν:
- Υψηλότερη συχνότητα καρκίνου του μαστού
- Πιο επιθετικά βιολογικά χαρακτηριστικά όγκου
- Χειρότερη πρόγνωση σε ορισμένες περιπτώσεις
Ωστόσο, οι μελέτες αυτές δεν αποδεικνύουν αιτιότητα. Παράγοντες όπως το σωματικό βάρος, η φυσική δραστηριότητα, η έκθεση στον ήλιο και η συνολική υγεία λειτουργούν ως συγχυτικοί παράγοντες.
Συμπληρώματα βιταμίνης D και κίνδυνος καρκίνου
Οι παρεμβατικές μελέτες με συμπληρώματα βιταμίνης D παρουσιάζουν ετερογενή αποτελέσματα:
- Δεν αποδεικνύεται σαφής μείωση της επίπτωσης του καρκίνου του μαστού
- Υπάρχουν ενδείξεις για καλύτερη πρόγνωση σε γυναίκες με επάρκεια κατά τη διάγνωση
Το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: η βιταμίνη D δεν προλαμβάνει ούτε θεραπεύει τον καρκίνο του μαστού, αλλά η ανεπάρκειά της μπορεί να αποτελεί αρνητικό προγνωστικό παράγοντα.
Ο ρόλος της φλεγμονής και της παχυσαρκίας
Η παχυσαρκία αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για καρκίνο του μαστού, ιδιαίτερα μετά την εμμηνόπαυση. Παράλληλα:
- Η παχυσαρκία συνδέεται με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D
- Η χρόνια φλεγμονή ευνοεί την καρκινογένεση
Η βιταμίνη D λειτουργεί ως ανοσορρυθμιστικός και αντιφλεγμονώδης παράγοντας, γεγονός που εξηγεί τη σημασία της στο συνολικό μεταβολικό περιβάλλον.
Διατροφική υποστήριξη: ο ρόλος του διαιτολόγου
Ο ρόλος του διαιτολόγου περιλαμβάνει:
- Αξιολόγηση επιπέδων βιταμίνης D
- Υποστήριξη γυναικών σε θεραπεία ή ύφεση
- Διατροφική διαχείριση σωματικού βάρους
- Μείωση φλεγμονής μέσω διατροφής
Διατροφικές πηγές βιταμίνης D
- Λιπαρά ψάρια
- Κρόκος αυγού
- Εμπλουτισμένα τρόφιμα
Η διατροφή σε γυναίκες με καρκίνο του μαστού σπάνια επαρκεί για κάλυψη αναγκών σε βιταμίνη D χωρίς αξιολόγηση.
Συμπληρώματα: πότε έχουν θέση
Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D πρέπει:
- Να βασίζεται σε αιματολογικό έλεγχο
- Να προσαρμόζεται στο θεραπευτικό πλαίσιο
- Να γίνεται σε συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό
Η ανεξέλεγκτη χρήση δεν προσφέρει προστασία και μπορεί να δημιουργήσει ψευδή αίσθηση ασφάλειας.
Συμπέρασμα
Η βιταμίνη D και ο καρκίνος του μαστού συνδέονται μέσα από βιολογικούς και μεταβολικούς μηχανισμούς, χωρίς όμως να τεκμηριώνεται αιτιολογική ή θεραπευτική δράση. Η επάρκεια βιταμίνης D αποτελεί στοιχείο συνολικής φροντίδας και όχι αυτόνομη στρατηγική πρόληψης ή θεραπείας.
Ο διαιτολόγος έχει κρίσιμο ρόλο: να ενημερώνει υπεύθυνα, να παρεμβαίνει εξατομικευμένα και να λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στην επιστήμη και την καθημερινή πράξη.

Ακολουθήστε μας στο Instagram


