Τι είναι η βιταμίνη D: περισσότερη ορμόνη παρά βιταμίνη
Η βιταμίνη D είναι λιποδιαλυτή και δρα στον οργανισμό κυρίως ως στεροειδής ορμόνη. Η ενεργή μορφή της (1,25-διυδροξυβιταμίνη D) ασκεί δράση μέσω ειδικών υποδοχέων (VDR), οι οποίοι βρίσκονται όχι μόνο στα οστά αλλά και:
- Στο πάγκρεας
- Στους σκελετικούς μύες
- Στο ήπαρ
- Στο λιπώδη ιστό
- Στο ανοσοποιητικό σύστημα
Αυτή η ευρεία κατανομή εξηγεί γιατί η βιταμίνη D στον διαβήτη τύπου 2 δεν αφορά μόνο τον μεταβολισμό του ασβεστίου, αλλά επηρεάζει άμεσα τη δράση της ινσουλίνης και τη φλεγμονώδη απόκριση.
Διαβήτης τύπου 2: μια νόσος πολυπαραγοντική
Ο διαβήτης τύπου 2 χαρακτηρίζεται από:
- Ινσουλινοαντίσταση
- Σχετική ανεπάρκεια ινσουλίνης
- Χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή
- Διαταραγμένο μεταβολισμό γλυκόζης και λιπιδίων
Η διατροφή, το σωματικό βάρος, η φυσική δραστηριότητα και η γενετική προδιάθεση είναι γνωστοί παράγοντες. Εκεί που η βιταμίνη D εισέρχεται δυναμικά είναι στη ρύθμιση μηχανισμών που μέχρι πρόσφατα υποτιμούσαμε.
Βιταμίνη D και ινσουλινοαντίσταση
Πλήθος μελετών δείχνουν ότι χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D συσχετίζονται με αυξημένη ινσουλινοαντίσταση. Οι πιθανοί μηχανισμοί περιλαμβάνουν:
- Ρύθμιση της έκκρισης ινσουλίνης από τα β-κύτταρα του παγκρέατος
- Βελτίωση της ευαισθησίας των κυττάρων στην ινσουλίνη
- Μείωση της φλεγμονής στον λιπώδη ιστό
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 φαίνεται να επιβαρύνει τη γλυκαιμική ρύθμιση, χωρίς όμως να αποτελεί από μόνη της αιτιολογικό παράγοντα. Εδώ χρειάζεται επιστημονική ψυχραιμία: η βιταμίνη D δεν θεραπεύει τον διαβήτη, αλλά η έλλειψή της μπορεί να τον δυσκολεύει.
Φλεγμονή, παχυσαρκία και βιταμίνη D
Ο διαβήτης τύπου 2 είναι στενά συνδεδεμένος με τη χρόνια φλεγμονή χαμηλού βαθμού. Η βιταμίνη D διαθέτει ανοσορρυθμιστικές ιδιότητες που:
- Μειώνουν την παραγωγή προφλεγμονωδών κυτοκινών
- Βελτιώνουν το μεταβολικό προφίλ
Στην παχυσαρκία, η βιταμίνη D «παγιδεύεται» στον λιπώδη ιστό, με αποτέλεσμα χαμηλότερα επίπεδα στον ορό. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος: παχυσαρκία – ανεπάρκεια βιταμίνης D- επιδείνωση μεταβολικού ελέγχου.
Κλινικά δεδομένα: τι λένε οι έρευνες
Παρατηρητικές μελέτες δείχνουν ότι άτομα με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2. Παρεμβατικές μελέτες με συμπληρώματα βιταμίνης D παρουσιάζουν μικτά αποτελέσματα:
- Βελτίωση της ινσουλινοευαισθησίας σε άτομα με έλλειψη
- Μικρή ή μηδαμινή επίδραση σε άτομα με επαρκή επίπεδα
Το συμπέρασμα είναι σαφές: η χορήγηση βιταμίνης D στον διαβήτη τύπου 2 έχει νόημα όταν υπάρχει τεκμηριωμένη ανεπάρκεια και πάντα στο πλαίσιο συνολικής διατροφικής παρέμβασης.
Διατροφικές πηγές βιταμίνης D
- Λιπαρά ψάρια (σολομός, σκουμπρί, σαρδέλες)
- Κρόκος αυγού
- Εμπλουτισμένα γαλακτοκομικά
Η διατροφή στον διαβήτη τύπου 2 σπάνια καλύπτει από μόνη της τις ανάγκες σε βιταμίνη D, ιδιαίτερα σε υπέρβαρα άτομα.
Συμπληρώματα βιταμίνης D: πότε και πώς
Η χρήση συμπληρωμάτων πρέπει να βασίζεται:
- Σε αιματολογικό έλεγχο (25(OH)D)
- Σε εξατομικευμένη δοσολογία
- Σε ιατρική και διαιτολογική παρακολούθηση
Η άκριτη λήψη συμπληρωμάτων δεν είναι στρατηγική· είναι ρίσκο.
Συμπέρασμα: ρεαλισμός, όχι υποσχέσεις
Η βιταμίνη D και ο διαβήτης τύπου 2 συνδέονται μέσα από σύνθετους μεταβολικούς μηχανισμούς. Δεν πρόκειται για πανάκεια, ούτε για μόδα. Πρόκειται για έναν παράγοντα που, όταν αγνοείται, μπορεί να υπονομεύσει τη συνολική θεραπευτική προσπάθεια.
Για τον διαιτολόγο, η αξιολόγηση και η σωστή διαχείριση της βιταμίνης D αποτελούν μέρος μιας σοβαρής, επιστημονικά τεκμηριωμένης προσέγγισης. Η μεταβολική υγεία δεν βελτιώνεται με συνθήματα, αλλά με γνώση, μέτρο και συνέπεια.

Ακολουθήστε μας στο Instagram


