Το ελαιόλαδο αποτελείται από μια ποικιλία χημικών ουσιών που συμβάλλουν στις γεύσεις, τις αρωματικές του ιδιότητες και τα οφέλη για την υγεία. Ορισμένες από τις κύριες χημικές ουσίες του ελαιολάδου περιλαμβάνουν:
- Λιπαρά οξέα: Το ελαιόλαδο περιέχει κυρίως μονοακόρεστα λιπαρά οξέα, με το ελαικό οξύ να είναι το πιο άφθονο. Αυτά τα λιπαρά οξέα είναι ευεργετικά για την καρδιαγγειακή υγεία.
- Φαινόλες: Αυτές οι ενώσεις είναι υπεύθυνες για τις αντιοξειδωτικές ιδιότητες του ελαιολάδου. Ορισμένες γνωστές φαινόλες περιλαμβάνουν την υδροξυτυροσόλη και την τυροσόλη.
- Στερόλες: Όπως η βήτα σιτοστερόλη, οι στερόλες συμβάλλουν στη μείωση της χοληστερόλης στο αίμα.
- Τοκοφερόλες: Είναι μορφές βιταμίνης Ε και λειτουργούν ως αντιοξειδωτικά, προστατεύοντας το ελαιόλαδο από την οξείδωση.
- Αρωματικές ενώσεις: Αυτές περιλαμβάνουν εστέρες, αλκοόλες και κετόνες που προσδίδουν στο ελαιόλαδο τις χαρακτηριστικές του γεύσεις και αρώματα.
- Φυτοστερόλες: Συνδέονται με τη μείωση της χοληστερόλης και προσφέρουν οφέλη για την καρδιά.
- Μικροθρεπτικά συστατικά: Το ελαιόλαδο περιέχει επίσης βιταμίνες (όπως A, D, K) και μέταλλα, αν και σε μικρότερες ποσότητες.
Η σύνθεση του ελαιολάδου μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την ποικιλία της ελιάς, τον τόπο καλλιέργειας, τη μέθοδο παραγωγής και την ωρίμανση των ελιών.