Η λογική χρήση βιταμινούχων παρασκευασμάτων εξασφαλίζει τον κατάλληλο εφοδιασμό του οργανισμού με τις απαραίτητες ποσότητες βιταμινών, με στόχο την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των προπονητικών ερεθισμάτων με αποτέλεσμα τις καλύτερες δυνατές προπονητικές προσαρμογές του οργανισμού και την επίτευξη καλύτερων ρεκόρ. Θα πρέπει όμως να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην ποσότητα αυτών των παρασκευασμάτων. Η υπερκατανάλωση βιταμινών δεν είναι δυνατόν να έχει πάντα θετικά αποτελέσματα.
Έρευνες αναφέρουν ότι, η κατανάλωση 1000mg βιταμίνης C για ένα χρονικό διάστημα 14 ημερών πριν την δοκιμασία, είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση της αντοχής στο κυκλοεργόμετρο. Επιπλέον, οι αθλούμενοι ήταν σε θέση να παράγουν το ίδιο μηχανικό έργο με μικρότερη καρδιακή συχνότητα 9 σφυγμών το λεπτό. Είναι γνωστό ότι η βιταμίνη C επιταχύνει την βιοσύνθεση των κατεχολαμινών αδρεναλίνης και νοραδρεναλίνης, ορμόνες οι οποίες συμμετέχουν ενεργά στους μηχανισμούς παραγωγής ενέργειας. Από την έρευνα διαπιστώνουμε ότι η κατανάλωση βιταμίνης C συνοδεύεται και από μία παράλληλη αύξηση παραγωγής των κατεχολαμινών. Το γεγονός οτι οι κατεχολαμίνες αυξάνουν τον όγκο παλμού, δηλαδή την ποσότητα αίματος που στέλνει στο σώμα με κάθε κτύπο της η καρδιά εξηγεί την ικανότητα παραγωγής του ίδιου μηχανικού έργου με μικρότερη προσπάθεια.
Η τεκμηρίωση της θεωρίας των αυξημένων αναγκών σε βιταμίνη C στους αθλητές βασίζεται και στις παρατηρήσεις που έχουν γίνει σε άτομα που υποβάλλονται σε μεγάλο καθημερινό στρες και των οποίων οι ανάγκες σε βιταμίνη C έχουν βρεθεί να είναι αυξημένες.
Οι περισσότερες έρευνες που τεκμηριώνουν τη θετική συνεισφορά της βιταμίνης C στον αθλητισμό, προέρχονται από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Η μειωμένη κατανάλωση βιταμίνης C σ αυτές τις χώρες οφείλεται στις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν και στην έλλειψη φρέσκων λαχανικών και φρούτων τα οποία αποτελούν και τις κυριότερες πηγές βιταμίνης C.
Εκείνο που πρέπει να αναφερθεί, είναι η παρατήρηση ότι, οι έρευνες που αναφέρουν θετικά αποτελέσματα μετά από κατανάλωση βιταμίνης C, είναι εκείνες στις οποία τα υπό μελέτη άτομα έδειξαν περιεκτικότητα ορού του αίματος σε βιταμίνη C, μικρότερη του 1mg ανά 100mg αίματος.